Η κυβέρνηση Τραμπ εμφανίζεται σίγουρη ότι οι καταναλωτές δεν θα προσέξουν την αύξηση των τιμών εξαιτίας του κλιμακούμενου εμπορικού πολέμου με την Κίνα. «Επειδή κατανέμεται (σ.σ. η αύξηση των δασμών) σε χιλιάδες προϊόντα, κανείς δεν πρόκειται να το προσέξει», δήλωσε την Τρίτη στο CNBC ο Αμερικανός υπουργός Εμπορίου Γουίλμπουρ Ρος. Ωστόσο, είναι σχεδόν αδύνατον να μη νιώσουν οι καταναλωτές τις συνέπειες του εμπορικού πολέμου με την Κίνα. Οι τιμές που πληρώνουν οι Αμερικανοί καταναλωτές είναι υψηλότερες για ορισμένα προϊόντα τα οποία έχει βάλει στο στόχαστρό της η Ουάσιγκτον – κυρίως πλυντήρια ρούχων, στα οποία επιβλήθηκε μεγάλος δασμός τον Ιανουάριο. Ο κατάλογος των προϊόντων στα οποία θα επιβληθούν υψηλότεροι δασμοί, όπως ανακοίνωσε τη Δευτέρα ο Τραμπ, δεν περιλαμβάνει φανελάκια, «έξυπνα» κινητά τηλέφωνα ή πολλά άλλα δημοφιλή προϊόντα που εισάγουν οι αμερικανικές επιχειρήσεις από την Κίνα. Στον κατάλογο με εισαγόμενα προϊόντα από την Κίνα, αξίας 200 δισ., θα επιβληθεί επιπλέον δασμός 10% και θα αυξηθεί στο 25% από τις αρχές του 2019, κίνηση που θα περιορίσει το πλήγμα που θα νιώσουν οι καταναλωτές όταν θα ψωνίζουν για τις γιορτές. Ωστόσο, το 2019 όλα αυτά τα προϊόντα θα έχουν αισθητά αυξημένη τιμή. Η Κίνα έχει απαντήσει με αντίμετρα, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα ο Τραμπ να επιβάλει υψηλότερους δασμούς σε επιπλέον κινεζικές εισαγωγές ύψους 267 δισ. δολαρίων, ακόμη και εντός της εβδομάδας. Οι δασμοί αποτελούν στην ουσία πρόσθετο φόρο για επιχειρήσεις και καταναλωτές. «Υψηλότεροι δασμοί σε χιλιάδες προϊόντα σημαίνει ότι κάποιος σε θανατώνει αργά και βασανιστικά», δήλωσε ο Ντέιβιντ Φρεντς, αντιπρόεδρος της αμερικανικής Εθνικής Συνομοσπονδίας Λιανικού Εμπορίου, η οποία είναι αντίθετη με το μέτρο. Οι εμπορικές πρακτικές που εφαρμόζει η Κίνα αποτελούν, εδώ και πολλά χρόνια, πηγή ενόχλησης για τις αμερικανικές εταιρείες, οι οποίες δεν έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν πρόσβαση σε ορισμένα τμήματα της κινεζικής αγοράς και εξαναγκάζονται να παραδώσουν πολύτιμα εμπορικά και τεχνολογικά μυστικά στους Κινέζους εταίρους, σε αντάλλαγμα για την άδεια να επιχειρούν στη χώρα. Τον Ιούνιο, η κυβέρνηση Τραμπ είχε ανακοινώσει πως οι διαπραγματεύσεις ώστε να αλλάξουν συμπεριφορά οι Κινέζοι δεν οδηγούν πουθενά και είχε επιβάλει επιπλέον δασμούς σε κινεζικές εισαγωγές αξίας 50 δισ. δολαρίων. Ο πρώτος γύρος κυρώσεων είχε στόχο να περιορίσει το κόστος για τους Αμερικανούς καταναλωτές, καθώς στον κατάλογο των προϊόντων περιλαμβάνονταν κινεζικά εξαρτήματα κινητήρων αεροσκαφών, χωματουργικά μηχανήματα, ρουλεμάν και βιομηχανικά και αγροτικά μηχανήματα. Η Κίνα είχε απαντήσει με το ίδιο νόμισμα επιβάλλοντας υψηλότερους δασμούς σε αμερικανικές εισαγωγές ύψους 50 δισ. δολαρίων, στοχεύοντας κυρίως τον αγροτικό τομέα, όπου απασχολούνται πολλοί από τους ψηφοφόρους του Τραμπ. Μετά εκείνο το σημείο η κατάσταση επιδεινώθηκε. Οι νέοι δασμοί Τραμπ σε κινεζικές εισαγωγές ύψους 200 δισ. δολαρίων θα γίνουν αισθητοί πριν αρχίσει η εορταστική περίοδος στις ΗΠΑ. Το υψηλότερο κόστος πρώτων υλών, όπως βαμβάκι, νάιλον, πολιέστερ και νήματα, σημαίνει πως οι εταιρείες παραγωγής ρούχων θα αναγκαστούν να περάσουν στους καταναλωτές το επιπλέον κόστος. Μετά έρχονται τα διάφορα αξεσουάρ, όπως πορτοφόλια, σάκοι του γκολφ, γάντια του σκι. Οι εταιρείες λιανικών πωλήσεων δεν είναι σίγουρες πόσο γρήγορα θα εμφανιστούν οι υψηλότερες τιμές στα ράφια τους, αλλά προετοιμάζονται για το χειρότερο. Οι τιμές των εισαγόμενων από την Κίνα τροφίμων, διαφόρων ειδών ψάρια, ξηροί καρποί, φρούτα, ρύζι και δημητριακά πιθανότατα θα αυξηθούν από φέτος, καθώς αυτά τα προϊόντα περιλαμβάνονται στον κατάλογο Τραμπ. Το επόμενο κύμα δασμών σε κινεζικές εισαγωγές ύψους 267 δισ. δολαρίων θα είναι ακόμα χειρότερο, και οι αμερικανικές επιχειρήσεις ετοιμάζονται για σκληρό εμπορικό πόλεμο.
Πηγή: kathimerini.gr / THE NEW YORK TIMES