Αυτή την εβδομάδα, ζήτησα από μια ομάδα χρηματιστών σε συνέδριο στη Νέα Υόρκη να προβλέψουν την κατεύθυνση των αμερικανικών επιτοκίων.
Τα αποτελέσματα ήταν ξεκάθαρα. Πάνω από το 90% δήλωσαν ότι αναμένουν πλέον πως η επόμενη κίνηση της Fed θα είναι μια μείωση επιτοκίων, παρά μια άνοδος. Επιπλέον, το 75% αναμένει δύο ή τρεις μειώσεις την επόμενη χρονιά.
Εν ολίγοις, η Wall Street πιστεύει ότι ο κύκλος των επιτοκίων έχει γυρίσει και το έχει κάνει απότομα. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό, δεδομένου ότι μόλις πριν από έναν μήνα η αγορά των futures έδειχνε πιθανότητα μόλις 30% για μια μείωση επιτοκίου φέτος (και έξι μήνες πριν πολλοί επενδυτές περίμεναν περισσότερες αυξήσεις επιτοκίων).
Πράγματι, είναι δύσκολο να θυμηθεί κανείς να έχει συμβεί πρόσφατα μια τόσο έντονη μεταστροφή του κλίματος σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα στην αγορά των treasuries, χωρίς να έχει προηγηθεί μεγάλη ύφεση ή κάποιο κραχ.
Γιατί; Η εύκολη απάντηση είναι τα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη. Έχουν σίγουρα διαδραματίσει ρόλο. Η αμερικανική βιομηχανική παραγωγή και οι κεφαλαιακές δαπάνες, για παράδειγμα, έχουν αποδυναμωθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες, σχεδόν με βεβαιότητα λόγω των εμπορικών πολέμων. Τον περασμένο μήνα ο δείκτης PMI υποχώρησε στις 50,5 μονάδες, το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 10 ετών.
Ωστόσο, η κατάσταση της οικονομίας δεν είναι η μόνη εξήγηση. Άλλωστε, τον περασμένο μήνα αποκαλύφθηκε ότι οι Αμερικανοί καταναλωτές έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη για την οικονομία από οποιαδήποτε άλλη φορά μετά το 2000 και ότι οι δαπάνες των νοικοκυριών παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, μετά τη βουτιά της ανεργίας κοντά σε χαμηλά 50 ετών. Αυτό δεν είναι εύκολο να συμβιβαστεί με τις μειώσεις επιτοκίων.
Οπότε αν θέλει να κατανοήσει κανείς τη μεταστροφή του κλίματος υποψιάζομαι ότι πρέπει να κοιτάξει πέρα από τα σκληρά οικονομικά στοιχεία σε κάποιους «μαλακούς» ψυχολογικούς παράγοντες. Ένας από αυτούς είναι η γεωπολιτική· ή ακριβέστερα το γεγονός ότι οι επενδυτές πιέζονται να προβλέψουν -πόσο μάλλον να αποτιμήσουν- τα ρίσκα που σχετίζονται με διάφορους πιθανούς πολέμους σε όλον τον κόσμο, είτε είναι στρατιωτικοί ή εμπορικοί.
Δυσκολεύονται επίσης να αποτιμήσουν τον αντίκτυπο ορισμένων πολιτικών σεναρίων σε χώρες της Δύσης, συμπεριλαμβανομένων και όσων περιλαμβάνουν την άνοδο στην εξουσία του ηγέτη των Εργατικών της Βρετανίας, Τζέρεμι Κόρμπιν, ενός υπέρμαχου των κρατικοποιήσεων· την ανάληψη του προεδρικού χρίσματος των Δημοκρατικών από την Ελίζαμπεθ Γουόρεν, η οποία τάσσεται υπέρ της επιβολής αυστηρότερων ρυθμίσεων στις αγορές· την ενίσχυση των αντικαθεστωτικών πολιτικών ομάδων στην ηπειρωτική Ευρώπη.
«Όταν η επενδυτική μας επιτροπή κοιτάει τις εναλλακτικές, μια νίκη του Nτόναλντ Τραμπ το 2020 φαίνεται σχεδόν συμβατική εξέλιξη», παραδέχτηκε αυτήν την εβδομάδα ένας χρηματοοικονομικός φωστήρας.
Όπως παρατήρησε η Pimco σε πρόσφατο outlook: «Η λαϊκιστική πρόκληση και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος μπορεί να οδηγήσει σε θετικά ή αρνητικά οικονομικά και χρηματοοικονομικά αποτελέσματα». Ουσιαστικά, τούτο σημαίνει ότι «κανείς δεν ξέρει» και οι επενδυτές αντιδρούν στην αβεβαιότητα αυτή αγοράζοντας ομόλογα.
Ένας δεύτερος ψυχολογικός παράγοντας είναι η αβεβαιότητα σχετικά με την ίδια τη Fed. Aυτή τη χρονιά έχει γίνει πολλή συζήτηση για το αν ο πρόεδρος Τζέι Πάουελ, θα υποχωρήσει στις απαιτήσεις του κ. Τραμπ για μείωση των επιτοκίων. Αλλά, το πολιτικό παιχνίδι είναι μόνο ένα κομμάτι της συνολικής εικόνας.
Αυτό που είναι ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι πως η Fed ξεκίνησε μια μεγάλη εσωτερική αξιολόγηση της διαδικασίας που ακολουθεί για τον καθορισμό της νομισματικής πολιτικής. Ένα μέρος της ανάλυσης της είναι υπερβολικά τεχνικό. Ωστόσο, η BlackRock υποψιάζεται ότι η Fed «θα μπορούσε να ανακοινώσει σημαντικές αλλαγές στην προσέγγιση της στη νομισματική πολιτική στις αρχές του επόμενου έτους».
Μόνο το γεγονός ότι έχει ξεκινήσει η αξιολόγηση αυτή αποκαλύπτει ένα σημαντικό σημείο: στο παρασκήνιο, η Fed αρχίζει να πιστεύει όλο και περισσότερο ότι οι διαρθρωτικές οικονομικές αλλαγές -όπως το δημογραφικό και η ψηφιακή καινοτομία- θα κρατήσουν τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ χαμηλό για πολύ καιρό. Αν συμβεί αυτό, το λεγόμενο «ουδέτερο» επίπεδο των επιτοκίων, το οποίο ούτε τονώνει ούτε περιορίζει την οικονομία, θα διατηρηθεί χαμηλά για πολύ καιρό.
«Μπορεί να μην ξαναδούμε ξανά στην καριέρα μας τα επιτόκια που κάποτε θεωρούσαμε φυσιολογικά» παρατήρησε πρόσφατα ένας βετεράνος αξιωματούχος της Fed. Δεν είναι να απορεί κανείς ότι οι επενδυτές επαναξιολογούν το outlook.
Οι ιστορικοί του μέλλοντος μπορεί να δουν αλλιώς αυτή την αξιολόγηση. Άλλωστε, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις στο παρελθόν στις οποίες οικονομολόγοι είχαν διακηρύξει «ότι αυτή τη φορά είναι διαφορετικά» και τελικά δεν επιβεβαιώθηκαν. Όπως επισημαίνει η Pimco στο τελευταίο outlook, θα ήταν πρώιμο να συνάγει κανείς ότι ο πληθωρισμός θα είναι χαμηλός για πάντα.
Αλλά αυτή τη στιγμή, το μήνυμα από τους επενδυτές είναι ξεκάθαρο: μπαίνουμε στην εποχή του «Πάουελ put», όπου οι αγορές θα καθορίζονται από την παραδοχή ότι η Fed θα κάνει ότι χρειαστεί για να αποφύγει μια κάμψη.
Ας ελπίσουμε αυτή η περιπέτεια να τελειώσει καλύτερη από τo διαβόητο «Γκρίνσπαν put» της δεκαετίας του 1990, όταν ο επικεφαλής της Fed, Αλαν Γκρίνσπαν, συνέβαλε να δημιουργηθούν οι συνθήκες που οδήγησαν στην κρίση του 2008.
Πηγή: euro2day.gr / Financial Times.