Οι χρηματιστηριακές αγορές στις ΗΠΑ έφθασαν σε νέο ρεκόρ την Τετάρτη, γελοιοποιώντας για μία ακόμη φορά τις εντυπώσεις που είχαν σχηματίσει οικονομικοί αναλυτές. Σκεφτείτε πώς ήταν τα πράγματα προ ενός έτους. Η παγκόσμια οικονομία φαίνεται πως ήταν παγιδευμένη σε έναν φαύλο κύκλο χαμηλής ανάπτυξης και υποτονικού πληθωρισμού. Οι αγορές βρίσκονταν σε επιφυλακή μόνο και μόνο από την τρομακτική πιθανότητα αύξησης των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed). Η ενίσχυση του λαϊκισμού ήταν ένας ακόμη αρνητικός παράγοντας που θα μπορούσε να προκαλέσει χάος στον χρηματοοικονομικό τομέα. Οι τρέχουσες προβλέψεις για τα επιτόκια και τον πληθωρισμό είναι σαφώς υψηλότερες από τον περασμένο χειμώνα. Ομως, οι αγορές αδιαφορούν ή ενισχύονται από την προοπτική αύξησης των επιτοκίων από τη Fed. Και όλα αυτά λαμβάνουν χώρα με τον Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Η οικονομία των ΗΠΑ έδειχνε πως ήταν παγιδευμένη στη «στασιμότητα» και σε μια «νέα κατάσταση» ρυθμών ανάπτυξης. Σήμερα, η οικονομία έχει επανέλθει στην παλαιά κατάσταση. Ο μεταποιητικός κλάδος των ΗΠΑ δείχνει την πυγμή του. Ταυτόχρονα, στοιχεία υποδεικνύουν πως η παγκόσμια οικονομία έχει διαφύγει τον φαύλο κύκλο των προηγούμενων ετών, με τις προοπτικές να βελτιώνονται και στο εξωτερικό. Δεν μπορεί, βέβαια, να εγγυηθεί κανείς πως οι συνθήκες στο μέλλον θα επιβεβαιώσουν τις προσδοκίες αυτές. Υπάρχουν λόγοι ανησυχίας. Ειδικά εάν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υλοποιήσει κάποιες από τις απειλές για τη διατάραξη του παγκόσμιου εμπορίου και των διεθνών διπλωματικών σχέσεων. Τα μακροπρόθεσμα επιτόκια, σε παγκόσμια κλίμακα, παραμένουν χαμηλά σε ιστορικούς όρους, υπονοώντας πως οι επενδυτές στις διεθνείς αγορές ομολόγων δεν έχουν πεισθεί ότι ο κόσμος θα κινείται μακροχρόνια σε ρυθμούς σταθερής ανάπτυξης. Ομως, η αλλαγή του κλίματος στα χρηματιστήρια είναι αισθητή μετά τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ. Από τις 8 Νοεμβρίου, ο δείκτης Standard & Poor’s 500 έχει αναρριχηθεί 12% και ο βρετανικός δείκτης FTSE-100 σημείωσε νέο ρεκόρ την Τετάρτη σε ένα ευρύτερο θετικό κλίμα. Οι αποδόσεις των 10ετών αμερικανικών ομολόγων έχουν φθάσει το 2,45% από το 1,85% την ημέρα των εκλογών, αντικατοπτρίζοντας προσδοκίες για υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και άνοδο του πληθωρισμού σε σχέση με ένα τρίμηνο πριν. Ενα μεγάλο κομμάτι αυτής της αισιοδοξίας των επενδυτών στη Wall Street πηγάζει από εκτιμήσεις για μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και χαλάρωση του ρυθμιστικού πλαισίου σε διάφορους κλάδους της οικονομίας, όπως έχει υποσχεθεί η κυβέρνηση Τραμπ. Την ίδια ώρα, υπάρχει σημαντική βελτίωση των συνθηκών στην οικονομία. Ανακοινώθηκε, για παράδειγμα, πως ο μεταποιητικός κλάδος στις ΗΠΑ ενισχύθηκε με ιδιαίτερα υψηλούς ρυθμούς. Λίγο νωρίτερα είχαν ανακοινωθεί θετικά στοιχεία για τις λιανικές πωλήσεις, τη βιομηχανική παραγωγή και την αγορά εργασίας. Επί σειράν ετών είχε παγιωθεί η εντύπωση πως η παγκόσμια οικονομία θα παρέμενε παγιδευμένη σε ένα «βούρκο» στάσιμης ανάπτυξης, χαμηλών επιτοκίων και χαμηλής παραγωγικότητας που συνυπήρχαν μαζί. Αφενός, δεν υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία ότι όλα αυτά είναι παρελθόν. Αφετέρου, φαίνεται πως ο ορίζοντας ανοίγει. Παραδείγματος χάριν, οι τιμές στα κρατικά ομόλογα μαρτυρούν προβλέψεις για ετήσιο πληθωρισμό 2,03% την επόμενη δεκαετία, δηλαδή λίγο έως πολύ στα επίπεδα του 2% που αποβλέπει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Ανάλογες προσδοκίες αντικατοπτρίζονται στη Γερμανία, στη Βρετανία και σε άλλες οικονομίες του ανεπτυγμένου κόσμου. Εν τούτοις, οι υποσχέσεις Τραμπ έρχονται σε μια περίοδο που η αμερικανική οικονομία βρίσκεται κοντά σε πλήρη παραγωγική ικανότητα, που σημαίνει πως δεν έχει μεγάλα περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης. Εχει φθάσει σε ένα σημείο που ο ανοδικός κύκλος μισθών και πληθωρισμού απαιτεί την αύξηση των επιτοκίων. Και αυτό είναι το αποτέλεσμα της προηγούμενης κυβέρνησης του Μπαράκ Ομπάμα και των πολιτικών της Fed. Οπότε εάν μειωθούν οι φόροι και αυξηθούν οι αμυντικές δαπάνες σε μια περίοδο που η οικονομία ήδη τρέχει με υψηλές ταχύτητες, τότε εύλογο είναι να αυξηθούν οι τιμές και τα επιτόκια.
Πηγή: kathimerini.gr / THE NEW YORK TIMES