Η πανδημία και τα όρια της οικονομικής επιστήμης.

*TOM BERGIN / REUTERS BREAKINGVIEWS

Κατά την περίοδο υποβολής του προϋπολογισμού, οι υπουργοί Οικονομικών επικαλούνται τη ρήση του Ζαν-Μπατίστ Κολμπέρ, υπουργού Οικονομικών του Λουδοβίκου XIV, ότι «η τέχνη της φορολογίας συνίσταται στην αποπτέρωση της χήνας, ώστε να αποκτηθεί η μεγαλύτερη δυνατή ποσότητα φτερών με τον μικρότερο δυνατό συριγμό». Στην πραγματικότητα, οι αρμόδιοι περί τα δημοσιονομικά αξιωματούχοι τείνουν να βλέπουν τη φορολογία ως επιστήμη και όχι ως τέχνη. Το υπουργείο Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου έχει υπολογίσει πως ο συντελεστής φορολογίας εισοδήματος για τους υψηλόμισθους, ο οποίος αποδίδει στο κράτος και τα υψηλότερα έσοδα, είναι αυτός του 45%-50% και ότι αύξησή του κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες μειώνει τον εργάσιμο χρόνο των πλουσίων κατά 7% και πλέον. Εάν μία συνήθης ανεπτυγμένη χώρα θέλει να μειώσει την κατανάλωση τσιγάρων κατά 4%, πρέπει να αυξήσει τους φόρους επί του καπνού κατά περίπου 13%, εκτιμά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Αυτή η επιστημονική άποψη της φορολογίας βασίζεται σε οικονομικά μοντέλα, βάσει των οποίων φέρεται να αποτυπώνεται ο τρόπος με τον οποίοι άνθρωποι και εταιρείες ανταποκρίνονται στα οικονομικά ερεθίσματα. 

Η ευρέως διαδεδομένη πίστη σε αυτά τα μοντέλα οδήγησε και στη χάραξη ανάλογων πολιτικών που εφαρμόστηκαν στον ανεπτυγμένο κόσμο τις τελευταίες δεκαετίες, όπως χαμηλότεροι συντελεστές φόρου εισοδήματος, υψηλότεροι έμμεσοι φόροι, πολλαπλασιασμός των συντελεστών σε επίμαχα προϊόντα βλαπτικά για την υγεία, όπως ο καπνός και το αλκοόλ, και κυρίως οι μειωμένοι συντελεστές στα κέρδη των επιχειρήσεων. Στην τέχνη της φορολογίας, οι εταιρικοί φόροι φαίνονται δελεαστικοί ως επιλογή, μιας και οι ίδιες οι επιχειρήσεις δεν ψηφίζουν. Εντούτοις, στην επιστήμη της φορολογίας οι εταιρικοί φόροι είναι καταστρεπτικοί. Το 2013 είχαν απευθύνει μία ερώτηση στον τότε υπουργό Φορολογίας της Βρετανίας, Ντέιβιντ Γκοκ, σχετικά με τον λόγο που η κυβέρνηση των Συντηρητικών μειώνει τον φόρο επί των εταιρειών, αυξάνοντας παράλληλα άλλους φόρους και μειώνοντας τις δαπάνες. «Η κυβέρνηση έκανε απλώς αυτό που συμφώνησαν οι εμπειρογνώμονες», είχε απαντήσει ο υπουργός. Αναφερόταν σε εκθέσεις του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και άλλων που σημείωναν ότι οι εταιρικοί φόροι ήταν η πιο βλαβερή από οικονομικής απόψεως μορφή φόρου.

Ωστόσο, σήμερα και αφού σε όλο τον κόσμο έχουν δοκιμαστεί στη διακυβέρνηση πολιτικοί από όλο το ιδεολογικό φάσμα, οι οποίοι ελαττώνουν την εταιρική φορολόγηση, τα πράγματα αλλάζουν. Ο νέος Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν διαμηνύει πως θέλει να αυξήσει τον φορολογικό συντελεστή για τις εταιρείες των ΗΠΑ. Ο υπουργός Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου Ρίσι Σουνάκ αναμένεται να κάνει το ίδιο στο προσχέδιο του προϋπολογισμού τον Μάρτιο. Η μεταστροφή έχει να κάνει με το τι επιτάσσουν οι ανάγκες: η πανδημία του κορωνοϊού έχει δημιουργήσει άνευ προηγουμένου δημοσιονομικά ελλείμματα και όλοι θα πρέπει να διαδραματίσουν ένα ρόλο στην αποκατάσταση των δημόσιων οικονομικών.  

Το 2010, όταν ο δημόσιος δανεισμός είχε φθάσει σχεδόν σε επίπεδα ρεκόρ, η Βρετανία επέτεινε την προσπάθειά της να μειώσει τους φόρους εταιρειών. Και αυτό έγινε, επειδή τα αντίστοιχα μοντέλα δείχνουν ότι οι φόροι εταιρειών προξενούν τέτοια βλάβη, ώστε η ελάττωσή τους να επιφέρει μικρή ή μηδενική απώλεια κρατικών εσόδων, όταν αυτά εξετάζονται υπό το πρίσμα της δημιουργίας θέσεων εργασίας και τις δαπάνες. Ανάλυση του υπουργείου Οικονομικών του Η.Β. συμπέρανε ότι η μείωση των φορολογικών συντελεστών κατά ένα τρίτο δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα στο να αυξηθούν οι επενδύσεις. Εν ολίγοις, η κυβέρνηση αποφάσισε ότι τα οικονομικά μοντέλα που πρεσβεύουν πως η χαμηλή φορολογία παρακινεί τις εταιρείες να επενδύουν και να αναπτύσσονται, δεν λειτουργούν. 

Πηγή : kathimerini.gr