Της Colby Smith
Καθώς κεντρικοί τραπεζίτες απ' όλο τον κόσμο μαζεύτηκαν στο Τζάκσον Χολ του Ουαϊόμινγκ για το πρώτο ετήσιο συνέδριο με φυσική παρουσία από το 2019, ο επικεφαλής της Federal Reserve Τζερόμ Πάουελ θα αντιμετωπίσει αυτό που βασικά απουσίαζε στις δύο προηγούμενες ψηφιακές συναντήσεις: ένα σκληρό πλήθος.
Δοξάστηκε πριν από δύο χρόνια για τη διάσωση της παγκόσμιας οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος από ένα καταστροφικό κραχ που έφερε η πανδημία, αλλά έκτοτε η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ κλονίζεται: αρχικά με τη λάθος διάγνωση σ' αυτό που εξελίχθηκε στο πιο οξύ πρόβλημα πληθωρισμού των τεσσάρων τελευταίων δεκαετιών και στη συνέχεια με την ανάγκη να επανορθώσει.Ως αποτέλεσμα, ο Πάουελ, ο οποίος διορίστηκε εκ νέου για δεύτερη θητεία τον Νοέμβριο, βρίσκεται υπό τεράστια πίεση προκειμένου να εκτελέσει ένα ιστορικά δύσκολο έργο: να προσαρμόσει τη νομισματική πολιτική έτσι ώστε να περισώσει τα διαπιστευτήρια της Fed για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, χωρίς να προκαλέσει περισσότερες από τις αναγκαίες απώλειες θέσεων εργασίας.
«Δεν είναι και η καλύτερη περίοδος για τη Fed τώρα, όχι μόνο επειδή οι προκλήσεις είναι τεράστιες, αλλά και επειδή νομίζω ότι η Fed έχει κάνει κάποια λάθη», δήλωσε η Έλεν Μιντ, που υπηρέτησε έως το 2021 ως ανώτερη σύμβουλος στο διοικητικό συμβούλιο της κεντρικής τράπεζας. «Ο Πάουελ θέλει να κάνει το σωστό, δεν βρίσκεται εκεί για να κάνει λάθη», είπε η Μιντ, η οποία είναι τώρα καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Ντιουκ. «Αλλά, αν το χάσει τώρα, χάνει όλο το παιχνίδι».
Η Fed έχει ήδη ξεκινήσει την πιο επιθετική εκστρατεία για αύξηση επιτοκίων από το 1981 και αναμένεται να λάβει περαιτέρω δράση τουλάχιστον στο δεύτερο εξάμηνο του 2022. Οι κεντρικές τράπεζες, τόσο στις προηγμένες όσο και στις αναδυόμενες οικονομίες, ακολούθησαν το παράδειγμά της, παλεύοντας με τις δικές τους αυξήσεις πληθωρισμού, που επιτάθηκαν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Ωστόσο, πρώην αξιωματούχοι και οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι θα εμφανιστεί μια άλλη μεγάλη δοκιμασία για την αξιοπιστία της Fed στην επόμενη φάση σύσφιξης, όταν ο πληθωρισμός δεν θα έχει επιβραδυνθεί ακόμη αρκετά αλλά η οικονομία θα αρχίσει να δίνει πιο εμφανή σημάδια αδυναμίας.
Ο Πάουελ, του οποίου η υστεροφημία θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το αποτέλεσμα, πρέπει να οικοδομήσει κλίμα συναίνεσης σε μια κεντρική τράπεζα έτοιμη να διχαστεί περισσότερο.
Η δύσκολη θέση της Fed προέκυψε από την αρχική εκτίμησή της ότι θα ήταν προσωρινή η αύξηση τιμών καταναλωτή που προκλήθηκε από τη διαταραχή των εφοδιαστικών αλυσίδων και τη δημοσιονομική ώθηση τρισεκατομμυρίων δολαρίων λόγω πανδημίας. Ήταν μια άποψη που συμμερίστηκαν οι περισσότεροι αλλά όχι όλοι οι οικονομολόγοι στην αρχή, και στην υπεράσπιση της οποίας αφιέρωσε ολόκληρη την περσινή ομιλία του στον Τζάκσον Χολ ο Πάουελ.
Τα στρεβλά δεδομένα απέκρυπταν τη δύναμη της αγοράς εργασίας, που είναι σήμερα από τις πιο σφιχτές στην ιστορία. Η εξέταση του πληθωρισμού με έναν «εφήμερο» φακό -ο Πάουελ εγκατέλειψε επίσημα τον όρο τον Νοέμβριο- έθεσε τη βάση για σειρά σφαλμάτων που οδήγησαν στην επέκταση του ισολογισμού της Fed για πολύ καιρό, αφού δεν ήταν πια απαραίτητη η πρόσθετη υποστήριξη. Περίμενε επίσης ως τον Μάρτιο για να αυξήσει τα επιτόκια.
«Θα έπρεπε το περασμένο φθινόπωρο να είχαμε αναγνωρίσει ότι ήταν η στιγμή να στραφεί στον σωστό δρόμο η νομισματική πολιτική», δήλωσε ο Ράντι Κουάρλς, πρώην αντιπρόεδρος εποπτείας της Fed που αποχώρησε στα τέλη του 2021. «Αν ανταποκρινόμασταν νωρίτερα, ο πληθωρισμός δεν θα είχε φτάσει στα τωρινά επίπεδα».
Η κεντρική τράπεζα ήταν πεπεισμένη ότι «δεν μπορείς να πατάς γκάζι και φρένο ταυτόχρονα», είπε ο Κουάρλς, κάτι που σημαίνει ότι οι αξιωματούχοι πίστευαν ότι πρέπει να αναβάλουν την αύξηση επιτοκίων μέχρι να σταματήσουν να συσσωρεύουν ομόλογα και τίτλους που στηρίζονται σε υποθήκες. Άλλοι θεώρησαν ότι η Fed θα έπρεπε να είχε «στενέψει» νωρίτερα τις αγορές ομολόγων της.
Ο Κουάρλς, ο οποίος τώρα προβλέπει αύξηση επιτοκίου έως και 4% καθώς και μια «σύντομη και ρηχή» ύφεση το επόμενο έτος, είπε ότι θα ήταν κατάλληλη μια αύξηση των επιτοκίων από τον Νοέμβριο του 2021.
Ο Πάουελ παραδέχτηκε επίσης τον περασμένο μήνα ότι η καθοδήγηση που είχε παράσχει η κεντρική τράπεζα στα τέλη του 2020, καθορίζοντας τα οικονομικά βήματα που απαιτούνταν προτού τερματίσει την πολιτική χαλάρωσης, παραήταν άκαμπτη για ένα τέτοιο περιβάλλον ακραίας αβεβαιότητας.
Πηγή : euro2day.gr / ft.com