S. PATTANAIK
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ενδέχεται να ετοιμάζεται να μειώσει ακόμη περισσότερο το επιτόκιο για τις καταθέσεις τραπεζών στην ίδια, επιτόκιο που είναι ήδη αρνητικό. Τρεις αξιωματούχοι της ΕΚΤ έχουν δηλώσει στο Reuters ότι πλέον η σχετική συζήτηση στο εσωτερικό της Κεντρικής Τράπεζας δεν αφορά τόσο αν θα μειωθεί και άλλο το επιτόκιο καταθέσεων, αλλά πόσο θα πρέπει να μειωθεί. Ενώ είναι ευκολότερο να μετρηθούν τα οφέλη μιας τέτοιας απόφασης παρά οι κίνδυνοι που θα μπορούσε να προκαλέσει, η ιδέα περιέχει ορισμένα σοβαρά λάθη.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους ορισμένοι θα επιθυμούσαν σοβαρή μείωση των επιτοκίων καταθέσεων που σήμερα βρίσκονται στο -0,2%. Μια τέτοια κίνηση θα προκαλούσε εξασθένιση της ισοτιμίας του ευρώ, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση του πληθωρισμού και σε περιορισμό του κόστους δανεισμού που διαφορετικά θα μπορούσε να ακολουθήσει την ανοδική πορεία της απόδοσης των αμερικανικών κρατικών ομολόγων.
Το να χρεώνει κανείς περισσότερο τις τράπεζες που παρκάρουν τα χρήματά τους στην Κεντρική Τράπεζα θα έπρεπε, θεωρητικά, να ενθαρρύνει τον δανεισμό, ενώ η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής θα αποτελούσε σαφές σημάδι για την πρόθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να πετύχει τον στόχο της για τον πληθωρισμό.
Υπάρχουν όμως και άλλες, λιγότερο θετικές, δυνητικές συνέπειες από την ενδεχόμενη μείωση του επιτοκίου καταθέσεων. Η ύπαρξη χαμηλότερων αποδόσεων στα ομόλογα κάνει τους επενδυτές να κυνηγούν τόσο έντονα υψηλότερες αποδώσεις, ώστε παραβλέπουν κινδύνους που είναι εγγενείς σε περιουσιακά στοιχεία που προσφέρουν μεγαλύτερη απόδοση. Επίσης δυσχεραίνει την προσπάθεια ασφαλιστικών εταιρειών (ιδιαίτερα στην περίπτωση των ασφαλειών ζωής) και συνταξιοδοτικών ταμείων να καλύψουν τις μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις τους. Ακόμη χειρότερα υπάρχει ο κίνδυνος η ύπαρξη χαμηλών αποδόσεων στα ομόλογα να πιέσει περισσότερο τις εμπορικές τράπεζες, στις οποίες βασίζεται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τον δανεισμό προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Η υιοθέτηση πολύ αρνητικού επιτοκίου καταθέσεων θα πλήξει την κερδοφορία των τραπεζών, δεδομένου ότι είναι απίθανο οι τράπεζες να περάσουν στους πελάτες τους το πλήρες κόστος του μέτρου. Μπορεί τα αρνητικά επιτόκια να ενισχύουν τα κίνητρα για χορήγηση περισσότερων δανείων, αλλά αυτό μπορεί να γίνει μόνο εφόσον υπάρχει ζήτηση για δάνεια. Οσο περισσότερο περιορίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τις μακροπρόθεσμες αποδόσεις, τόσο λιγότερο επικερδές είναι για τις τράπεζες να δανείζονται βραχυπρόθεσμα για να χρηματοδοτήσουν πιο μακροπρόθεσμα δάνεια προς τους πελάτες τους.
Η Δανία, όπου το επιτόκιο καταθέσεων έχει μειωθεί από τον περασμένο Φεβρουάριο στο -0,75%, και η Σουηδία, όπου το επιτόκιο καταθέσεων έχει μειωθεί στο -0,35% από τον περασμένο Ιούλιο, προσφέρουν χρήσιμα παραδείγματα. Το κέρδος της τράπεζας Danske για το τρίτο τρίμηνο πριν από τη φορολόγηση ήταν μικρότερο από τις προβλέψεις, με τα στελέχη της τράπεζας να λένε ότι τα αρνητικά επιτόκια καταθέσεων της κεντρικής τράπεζας περιορίζουν τα καθαρά έσοδα από τα επιτόκια. Παρόμοια είναι η ιστορία και για τις σουηδικές τράπεζες.
Ορισμένα στελέχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θεωρούν ότι η αγορά έχει ήδη λάβει υπόψη της μια μικρή μείωση του επιτοκίου καταθέσεων. Μια μεγάλη μείωση του επιτοκίου είναι πολύ πιθανό ότι θα είχε έντονη επίδραση στην αγορά, όπως επιθυμούν ορισμένοι κεντρικοί τραπεζίτες. Ομως το κόστος, ιδίως για τις τράπεζες, φαντάζει μεγαλύτερο από τα οφέλη.
Πήγη: kathimerini.gr / REUTERS BREAKINGVIEWS